«Τ’ έχεις καημένε κόρακα και σκούζεις και φωνάζεις.
Μην είν’ τα’ αυγά σου μελανά και τα πουλιά σου μαύρα;
-Δεν είν’ τ’ αυγά μου μελανά, ουδέ τα πουλιά μου μαύρα.
Εγώ, πουλί μ’, διψώ για αίματα, εγώ διψώ για λέσια.
- Έβγα ψηλά στον Κόζιακα, ψηλά στο Κορφοβούνι
κι αγνάντεψε τη Λιβαδειά, το δόλιο Μεσολόγγι,
να ιδείς κορμιά τ’ απίστωμα παλικάρια ξαπλωμένα.»
Από τις αρχές του 1825 είχε αρχίσει η πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο Ιμπραήμ ήρθε να ενισχύσει τον Κιουταχή με 10.000 Αιγύπτιους, 8.000 Άραβες και 40 κανόνια. Και τότε άρχισε ο απεγνωσμένος και άνισος αγώνας.Τα κανόνια χτυπούσαν μέρα και νύχτα τα τείχη και οι πρόμαχοι τις ελευθερίας δεν πρόφταιναν να επισκευάζουν τα ρήγματα. Του κάκου προσπάθησε να σπάσει τον αποκλεισμό ο Μιαούλης. Οι Τούρκοι είχαν καταλάβει τα νησάκια στην λιμνοθάλασσα και χτυπούσαν με τα κανόνια τις και από κει το Μεσολόγγι.
Οι πολιορκημένοι υποφέρουν τρομερά, η πείνα και η αρρώστιες τις εξαντλούν, μα η ψυχή τις ήταν ακλόνητη και το φρόνημά τις ηρωικό. Δεν απόμενε παρά η έξοδος, που ορίστηκε να γίνει την νύχτα τις 10ης Απριλίου του 1826. Χωρισμένοι σε τρία τμήματα με αρχηγούς τον Κίτσο Τζαβέλλα, τον Μακρή και τον Νότη Μπότσαρη, προχώρησαν σε τρεις κατευθύνσεις, έχοντας στην μέση τα γυναικόπαιδα.
Οι Τούρκοι είχαν πιάσει όλα τα περάσματα κι άρχισε μια σύγκρουση τρομερή. Ξαφνικά ακούστηκε, άγνωστο από ποιον, η κραυγή «πίσω…» κι οι αγωνιστές που την πήραν για πρόσταγμα υποχώρησαν και γύρισαν πίσω. Οι περισσότεροι έπεσαν μαχόμενοι, τα γυναικόπαιδα σφάχτηκαν άγρια κι άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο γέρο- Καψάλης τότε βάζει φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και την τινάζει στον αέρα, στέλνοντας στο θάνατο και πολλούς Τούρκους που είχαν φτάσει μέχρι εκεί.
Ο Νότης Μπότσαρης, ο Τζαβέλας και ο Φωτομάρας, ορμούν ακάθεκτοι με τα σπαθιά γυμνωμένα και ανοίγοντας δρόμο ανάμεσα από τα πλήθη των εχθρών καταφέρνουν να φτάσουν με τις 1300 που γλίτωσαν, τις πλαγιές του Ζυγού.
Η αυτοθυσία των υπερασπιστών, ηρωική έξοδος και το ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου, προκάλεσαν την βαθιά συγκίνηση και τον θαυμασμό όλου του κόσμου. Οι ποιητές, οι γλύπτες και οι ζωγράφοι εμπνέονται και εκφράζουν στα έργα τις την δόξα του Μεσολογγίου. Ο εθνικός τις ποιητής Διονύσιος Σολωμός, ύμνησε τις ήρωες του Μεσολογγίου τις «Ελεύθερους πολιορκημένους».
Μην είν’ τα’ αυγά σου μελανά και τα πουλιά σου μαύρα;
-Δεν είν’ τ’ αυγά μου μελανά, ουδέ τα πουλιά μου μαύρα.
Εγώ, πουλί μ’, διψώ για αίματα, εγώ διψώ για λέσια.
- Έβγα ψηλά στον Κόζιακα, ψηλά στο Κορφοβούνι
κι αγνάντεψε τη Λιβαδειά, το δόλιο Μεσολόγγι,
να ιδείς κορμιά τ’ απίστωμα παλικάρια ξαπλωμένα.»
Από τις αρχές του 1825 είχε αρχίσει η πολιορκία του Μεσολογγίου. Ο Ιμπραήμ ήρθε να ενισχύσει τον Κιουταχή με 10.000 Αιγύπτιους, 8.000 Άραβες και 40 κανόνια. Και τότε άρχισε ο απεγνωσμένος και άνισος αγώνας.Τα κανόνια χτυπούσαν μέρα και νύχτα τα τείχη και οι πρόμαχοι τις ελευθερίας δεν πρόφταιναν να επισκευάζουν τα ρήγματα. Του κάκου προσπάθησε να σπάσει τον αποκλεισμό ο Μιαούλης. Οι Τούρκοι είχαν καταλάβει τα νησάκια στην λιμνοθάλασσα και χτυπούσαν με τα κανόνια τις και από κει το Μεσολόγγι.
Οι πολιορκημένοι υποφέρουν τρομερά, η πείνα και η αρρώστιες τις εξαντλούν, μα η ψυχή τις ήταν ακλόνητη και το φρόνημά τις ηρωικό. Δεν απόμενε παρά η έξοδος, που ορίστηκε να γίνει την νύχτα τις 10ης Απριλίου του 1826. Χωρισμένοι σε τρία τμήματα με αρχηγούς τον Κίτσο Τζαβέλλα, τον Μακρή και τον Νότη Μπότσαρη, προχώρησαν σε τρεις κατευθύνσεις, έχοντας στην μέση τα γυναικόπαιδα.
Οι Τούρκοι είχαν πιάσει όλα τα περάσματα κι άρχισε μια σύγκρουση τρομερή. Ξαφνικά ακούστηκε, άγνωστο από ποιον, η κραυγή «πίσω…» κι οι αγωνιστές που την πήραν για πρόσταγμα υποχώρησαν και γύρισαν πίσω. Οι περισσότεροι έπεσαν μαχόμενοι, τα γυναικόπαιδα σφάχτηκαν άγρια κι άλλοι πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο γέρο- Καψάλης τότε βάζει φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και την τινάζει στον αέρα, στέλνοντας στο θάνατο και πολλούς Τούρκους που είχαν φτάσει μέχρι εκεί.
Ο Νότης Μπότσαρης, ο Τζαβέλας και ο Φωτομάρας, ορμούν ακάθεκτοι με τα σπαθιά γυμνωμένα και ανοίγοντας δρόμο ανάμεσα από τα πλήθη των εχθρών καταφέρνουν να φτάσουν με τις 1300 που γλίτωσαν, τις πλαγιές του Ζυγού.
Η αυτοθυσία των υπερασπιστών, ηρωική έξοδος και το ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου, προκάλεσαν την βαθιά συγκίνηση και τον θαυμασμό όλου του κόσμου. Οι ποιητές, οι γλύπτες και οι ζωγράφοι εμπνέονται και εκφράζουν στα έργα τις την δόξα του Μεσολογγίου. Ο εθνικός τις ποιητής Διονύσιος Σολωμός, ύμνησε τις ήρωες του Μεσολογγίου τις «Ελεύθερους πολιορκημένους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου