Στις 11 Απριλίου 1775 γεννήθηκε ο Άγγλος γιατρός Τζέϊμς
Πάρκινσον, που κατέγραψε πρώτος τα συμπτώματα της ασθένειας που φέρει το όνομά
του, το 1817 στην πραγματεία του «An Essay on the Shaking Palsy». Η νόσος είναι μια συχνή πάθηση,
καθώς την εμφανίζει ένα άτομο στα χίλια στον γενικό πληθυσμό και ένα στα εκατό,
σε ηλικίες άνω των 65 ετών.
Παρόλο που δεν υπάρχουν ακριβής επιδημιολογικές μελέτες για την συχνότητα της νόσου, τουλάχιστον στην χώρα μας, η άνοδος του προσδόκιμου ζωής αναμένεται να αυξήσει και τους ασθενείς από πάρκινσον.
Η παθογένεια της νόσου, που αφορά το μεγαλύτερο μέρος των ασθενών, επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η γενετική προδιάθεση που εκδηλώνεται και επηρεάζεται από διάφορους περιβαλλοντικούς βλαπτικούς παράγοντες, ενώ σε πολύ χαμηλό ποσοστό η νόσος εκδηλώνεται βάσει κληρονομικών παραγόντων.
Τα συμπτώματα της νόσου είναι κινητικά και μη κινητικά. Το κυριότερο κινητικό σύμπτωμα που εμφανίζεται και στο μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών είναι ο τρόμος ηρεμίας. Οι κινήσεις του ασθενούς επιβραδύνονται, τα βήματα γίνονται μικρά και συρτά, ενώ σε προχωρημένο στάδιο διαταράσσεται η ισορροπία, τα χέρια δεν ακολουθούν την κίνηση του σώματος, το οποίο παίρνει μια κυρτή στάση, το πρόσωπό παραμένει ανέκφραστο και τέλος η φωνή χάνει την έντασή της
Στα μη κινητικά συμπτώματα υπάρχουν διαταραχές του νευρικού συστήματος, κατάθλιψη, οσφρητικές διαταραχές, αλλά και διαταραχές στον ύπνο, στο πεπτικό σύστημα, παρουσιάζεται δυσκολία στην μάσηση ή κατάποση και ακόμα δυσκολία στην ούρηση και στην αφόδευση (δυσκοιλιότητα). Ακόμα έκπτωση γνωστικών λειτουργιών, που κυμαίνεται από ελαφρά διαταραχή στην οπτική αντίληψη του χώρου μέχρι άνοια.
Παρόλο που δεν υπάρχουν ακριβής επιδημιολογικές μελέτες για την συχνότητα της νόσου, τουλάχιστον στην χώρα μας, η άνοδος του προσδόκιμου ζωής αναμένεται να αυξήσει και τους ασθενείς από πάρκινσον.
Η παθογένεια της νόσου, που αφορά το μεγαλύτερο μέρος των ασθενών, επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες, όπως η γενετική προδιάθεση που εκδηλώνεται και επηρεάζεται από διάφορους περιβαλλοντικούς βλαπτικούς παράγοντες, ενώ σε πολύ χαμηλό ποσοστό η νόσος εκδηλώνεται βάσει κληρονομικών παραγόντων.
Τα συμπτώματα της νόσου είναι κινητικά και μη κινητικά. Το κυριότερο κινητικό σύμπτωμα που εμφανίζεται και στο μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών είναι ο τρόμος ηρεμίας. Οι κινήσεις του ασθενούς επιβραδύνονται, τα βήματα γίνονται μικρά και συρτά, ενώ σε προχωρημένο στάδιο διαταράσσεται η ισορροπία, τα χέρια δεν ακολουθούν την κίνηση του σώματος, το οποίο παίρνει μια κυρτή στάση, το πρόσωπό παραμένει ανέκφραστο και τέλος η φωνή χάνει την έντασή της
Στα μη κινητικά συμπτώματα υπάρχουν διαταραχές του νευρικού συστήματος, κατάθλιψη, οσφρητικές διαταραχές, αλλά και διαταραχές στον ύπνο, στο πεπτικό σύστημα, παρουσιάζεται δυσκολία στην μάσηση ή κατάποση και ακόμα δυσκολία στην ούρηση και στην αφόδευση (δυσκοιλιότητα). Ακόμα έκπτωση γνωστικών λειτουργιών, που κυμαίνεται από ελαφρά διαταραχή στην οπτική αντίληψη του χώρου μέχρι άνοια.
Η εξέλιξη της νόσου είναι αργή, αλλά πάντοτε με επιδείνωση
των συμπτωμάτων, επηρεάζοντας τις καθημερινές δραστηριότητες των ασθενών
και την ποιότητα της ζωής τους. Στο τελικό στάδιο εξέλιξης, της νόσου
υφίστανται οικονομική και κοινωνική επιβάρυνση οι οικείοι του ασθενών ή τα
άτομα που τους φροντίζουν.
Η σύγχρονη θεραπευτική προσέγγιση της νόσου παραμένει
συμπωματική, κατευθυνόμενη μάλιστα σε τρεις μορφές. Την φαρμακευτική, τις
χειρουργικές επεμβάσεις και την εξατομικευμένη φυσικοθεραπεία, που απλώς
επιβραδύνουν την εξέλιξη της νόσου, χωρίς όμως να δύνανται μέχρι στιγμής να την διακόψουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου